Οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις μπορεί να φέρουν μεγάλες αλλαγές στη ζωή του ατόμου. Όσον αφορά την ψυχική υγεία, το άτομο μπορεί να παρουσιάζει γνωστικά ελλείμματα, αλλαγές στην προσωπικότητά του και διαταραχές διάθεσης (άγχος, κατάθλιψη). Η Ψυχοθεραπεία αποτελεί σημαντική θεραπευτική παρέμβαση για την προσαρμογή του ατόμου στη νέα κατάσταση.
Πιο συγκεκριμένα, η Ψυχοθεραπεία μπορεί να αποτελέσει μία συνεχιζόμενη υποστηρικτική διαδικασία για το άτομο. Οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις ενέχουν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη ζωή του ατόμου. Έτσι, γίνεται αναγκαίο να υπάρχει μία θεραπευτική σχέση, η οποία θα λειτουργεί εβδομαδιαία ως ένα σταθερό σημείο αναφοράς και θα στηρίζει το άτομο να μεταβαίνει από το ένα στάδιο στο επόμενο όσο πιο ομαλά γίνεται. Οι αλλαγές, τις οποίες βιώνει το άτομο μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση, μπορεί να προκαλέσουν συναισθήματα θυμού, θλίψης, πένθους, άγχους, εκνευρισμού. Η Ψυχοθεραπευτική συνεδρία αποτελεί ένα ασφαλές μέρος για να εκφράσει το άτομο όλα τα συναισθήματα του. Ο σκοπός είναι το άτομο να τα αποδεχτεί και να μάθει να τα διαχειρίζεται.
Ακόμη, τα άτομα μπορεί να παρουσιάσουν καταθλιπτική ή αγχώδη συμπτωματολογία μετά το ατύχημα. Κάποιες φορές, μπορεί να πάσχουν και από διαταραχή του μετατραυματικού στρες. Η Ψυχοθεραπεία αποτελεί έναν από τους κύριους τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω. Οι ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες, εφόσον ενταχθούν νωρίς στο θεραπευτικό πλάνο, μπορούν να λειτουργήσουν και προληπτικά ως προς τις διαταραχές διάθεσης. Ακόμη, η Ψυχοθεραπεία είναι βοηθητική για την αντιμετώπιση και των διαταραχών διάθεσης που προϋπήρχαν της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης.
Κάποιες φορές, το άτομο χάνει μέρος της σωματικής ή και της γνωστικής του λειτουργικότητας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή αυτοπεποίθηση. Η Ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει το άτομο να αποδεχτεί τις απώλειες που βιώνει, να το κινητοποιήσει για την ενεργή συμμετοχή του στη νευροαποκατάσταση, αλλά και να το ενδυναμώσει, ώστε να διεκδικήσει τη νέα του ζωή. Επίσης, η Ψυχοθεραπεία μπορεί να το βοηθήσει να αναπτύξει νέες στρατηγικές αντιμετώπισης, να αντιμετωπίσει συμπεριφορικά προβλήματα, που ανέκυψαν μετά την κρανιοεγκεφαλική κάκωση, και να αναπτύξει νέους επικοινωνιακούς τρόπους με το περιβάλλον του.
Ακόμη, η ψυχοεκπαίδευση και η στήριξη των οικείων προσώπων αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό βήμα για την αποτελεσματική παρέμβαση. Τα οικεία πρόσωπα είναι αναγκαίο να γνωρίζουν τις αλλαγές που έχουν συμβεί και πώς να τις αντιμετωπίζουν. Συνήθως, τα οικεία πρόσωπα δυσκολεύονται να διαχειριστούν αλλαγές στην προσωπικότητα του ατόμου, καθώς και νέες συμπεριφορές. Από την άλλη, είναι αναγκαίο να λαμβάνουν και τα ίδια στήριξη συναισθηματική, να έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους και τους προβληματισμούς τους.
Τέλος, είναι αποτελεσματικό το άτομο να επιλέξει ψυχοθεραπευτή/ρια που ενέχει ήδη εξειδίκευση στη νευροψυχολογία , ή να είναι νευρολόγος ή ψυχίατρος. Στην Ελλάδα, μεγάλος αριθμός νευροψυχολόγων είναι ταυτόχρονα και ψυχοθεραπευτές. Με αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή παρέμβαση, καθώς η ψυχοθεραπεύτρια γνωρίζει και μπορεί να αξιοποιήσει νευρολογικές και νευροψυχολογικές πληροφορίες για τους ψυχοθεραπευτικούς στόχους.