Η Gestalt Ψυχοθεραπεία αναπτύχθηκε από τον Fritz Perls, την Laura Perls και τον Paul Goodman στις δεκαετίες του ΄40 και του ΄50.

Η Gestalt Ψυχοθεραπεία χαρακτηρίζεται ως υπαρξιακή προσέγγιση, καθώς το «εδώ και τώρα» και το δικαίωμα επιλογής του ατόμου σε υπαρξιακά ζητήματα αποτελούν βασικές της αρχές. Ο Gestalt ψυχοθεραπευτής, δηλαδή, εστιάζει πιο πολύ σε αυτό που βιώνει ο θεραπευόμενος στο παρόν. Ακόμα και όταν αναφέρεται ένα συναισθηματικά φορτισμένο γεγονός από το παρελθόν.

Αποτελεί, επίσης, φαινομενολογική προσέγγιση, καθώς μέσα από τον προσδιορισμό και την ενίσχυση της άμεσης εμπειρίας, ενισχύει ταυτόχρονα και την επίγνωση του θεραπευόμενου.

Ο αυθεντικός διάλογος διέπει την ψυχοθεραπευτική συνεδρία. Ο Gestalt ψυχοθεραπευτής συμμετέχει ενεργά στην διαδικασία της συνεδρίας, χωρίς όμως να γίνεται ανώφελα παρεμβατικός.

Μέσα από τον αυθεντικό διάλογο δημιουργείται μία σχέση ανάμεσα στον ψυχοθεραπευτή και τον θεραπευόμενο, καθώς βρίσκονται σε μία άμεση και συνεχή αλληλεπίδραση και επιρροή μεταξύ τους. Μέσα από αυτή τη σχέση δίνεται η δυνατότητα να αναδυθούν και να επεξεργαστούν δυσκολίες, που προκύπτουν στις διαπροσωπικές σχέσεις του θεραπευόμενου γενικά.

Ο Gestalt ψυχοθεραπευτής εστιάζει στο «τι» και «πως» και όχι στο «γιατί». Τι δυσκολεύει τον θεραπευόμενο και με ποιον τρόπο.

Κάποιες φορές, ο Gestalt ψυχοθεραπευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει τεχνικές και πειράματα της προσέγγισης. Οι πιο γνωστές είναι η τεχνική της «καυτής καρέκλας» και της «διπλής καρέκλας». Η χρήση αυτών των τεχνικών και πειραμάτων στοχεύει στο να αναδυθούν ή/και να γίνουν μορφή σκέψεις και συναισθήματα που βρίσκονται στο φόντο– σε ένα ασυνείδητο, δηλαδή, επίπεδο.

Η Gestalt ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο να αποκτήσει ο θεραπευόμενος επίγνωση των βιωμάτων και των πράξεων του. Μέσα από την επίγνωση ο θεραπευόμενος μπορεί να γνωρίσει τον εαυτό του καλύτερα και να κατανοήσει ότι έχει τη δυνατότητα επιλογής και αλλαγής σε πολλές πτυχές της ζωής του.

Ένας άλλος στόχος είναι να κατανοήσει ο θεραπευόμενος τα όρια της ευθύνης του. Που, δηλαδή, ξεκινά η δική του ευθύνη ως άτομο, μέλος μιας οικογένειας, κοινωνίας κτλ, και που αυτή η ευθύνη σταματά.

Η ανάληψη της πραγματικής ευθύνης μαζί με την δυνατότητα επιλογής και αλλαγής μπορούν να οδηγήσουν τον θεραπευόμενο σε μία αίσθηση πληρότητας και αυθεντικότητας της ζωής.